Ένας αντιπροσωπευτικός χαρακτηρισμός του χιονιού είναι το «παγωμένο απεσταγμένο νερό» καθώς τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του χιονιού συγκλίνουν με τα αντίστοιχα της καθαρότητας του απεσταγμένου νερού. Ιδιαίτερο γνώρισμα του χιονιού είναι η χαμηλή του αγωγιμότητα, γεγονός που δείχνει πως είναι «απογυμνωμένο» από τα βασικά θρεπτικά συστατικά του, όπως φαίνεται και στην παρακάτω χημική ανάλυση, συστατικά που χρησιμοποιεί ο ανθρώπινος οργανισμός για την εύρυθμη λειτουργία του.
Κατά την πτώση, το χιόνι μπορεί να αποκτήσει ρυπαντικό φορτίο αναλόγως την ατμόσφαιρα της περιοχής, όπως και μικροβιακό φορτίο, που εξαρτάται και από άλλους παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση όμως η κατανάλωση απεσταγμένου νερού ή χιονιού, τακτική που προτείνεται μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης και επιβίωσης, δε θα δράσει υπέρ της ενυδάτωσης του οργανισμού. Αντιθέτως, θα τον αποδυναμώσει προκαλώντας ανισορροπίες ηλεκτρολυτών στο ανθρώπινο σώμα. Λόγω της ελλιπούς συγκέντρωσης στο χιόνι απαραίτητων στοιχείων για τον οργανισμό μας, η ισορροπία θα τείνει να αποκατασταθεί με τη μεταφορά ηλεκτρολυτών από τους ιστούς του σώματος προς το «φτωχό» νερό, για να εμπλουτιστεί στα φυσικά του επίπεδα. Έτσι, η διαδικασία αναδιανομής του νερού στο σώμα δε θα λειτουργεί σωστά και ενδέχεται να επέλθουν παρενέργειες.
Η παρακάτω χημική ανάλυση του χιονιού προέρχεται από την ισχυρή χιονόπτωση της 11ης Ιανουαρίου 2017 στη Λαμία.
Ενημέρωση: Μετά και την πιο πρόσφατη χιονόπτωση στη περιοχή της Λαμίας την 15η Φεβρουαρίου 2021, πραγματοποιήθηκε εκ νέου χημική ανάλυση χιονιού. Τι άλλαξε από την τελευταία ανάλυση;
Πρακτικά, τίποτα! Οι δύο αναλύσεις έδωσαν συγκρίσιμα αποτελέσματα. Το χιόνι και αυτή τη φορά περιείχε πολύ μικρές ποσότητες ιόντων, αντίστοιχες με του απεσταγμένου νερού.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Απλώς διότι το νερό που καταλήγει να πέσει ως βροχή ή χιόνι έχει προέλθει από εξάτμιση, όπως μαθαίνουμε στον κύκλο του νερού στη φύση. Όταν ένα μέρος από αυτό το νερό περάσει στο υπέδαφος, τότε μπορεί να εμπλουτιστεί με τα θρεπτικά συστατικά και τα μέταλλα που υπάρχουν εκεί. Το υπόγειο νερό, εμπλουτισμένο πλέον, καταλήγει στους υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες ή βρίσκει διέξοδο στην επιφάνεια με τη μορφή πηγών.
|
Ανάλυση 2017 |
Ανάλυση 2021 |
pH * |
7,5 |
5,5 – 6,0 |
Αγωγιμότητα (20 οC), μS/cm |
8,4 |
10,8 |
Ολική σκληρότητα, mg/L CaCO3 | 0,7 | 7,8 |
Ιόντα Φθοριούχα (F–), mg/L | Δεν ανιχνεύθηκαν | Δεν ανιχνεύθηκαν |
Ιόντα Χλωριούχα (Cl–), mg/L | 3,97 | 0,89 |
Ιόντα Νιτρώδη (NO2–), mg/L | 0,01 | Δεν ανιχνεύθηκαν |
Ιόντα Βρωμιούχα (Br–), mg/L | Δεν ανιχνεύθηκαν | Δεν ανιχνεύθηκαν |
Ιόντα Νιτρικά (NO3–), mg/L | 0,48 | 0,19 |
Ιόντα Φωσφορικά (PO43-), mg/L | Δεν ανιχνεύθηκαν | Δεν ανιχνεύθηκαν |
Ιόντα Θειϊκά (SO42-), mg/L | 1,57 | 1,84 |
Ιόντα Λιθίου (Li+), mg/L | Δεν ανιχνεύθηκαν | Δεν ανιχνεύθηκαν |
Ιόντα Νατρίου (Na+), mg/L |
0,22 |
0,64
|
Ιόντα Αμμωνιακά (NH4+), mg/L | 0,17 | 0,28 |
Ιόντα Καλίου (Κ+), mg/L | 3,65 | 0,26 |
Ιόντα Μαγνησίου (Mg2+), mg/L | Δεν ανιχνεύθηκαν | 0,94 |
Ιόντα Ασβεστίου (Ca2+), mg/L | 0,27 | 1,55 |
*Η ακριβής μέτρηση του pH είναι δύσκολη σε νερό χαμηλής αγωγιμότητας, λόγω της μικρής συγκέντρωσης ιόντων.